γραντολόγημα

γραντολόγημα
το
ραφή σχοινιού γύρω από το ιστίο για ενίσχυση του, λωμάτιση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • λωμάτιση — η [λωματίζω] η επιρραφή λώματος γύρω από το ιστίο, το γραντολόγημα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”